Κρήνη Morosini

Κατηγορίακρήνη
Γενικές πληροφορίες για τη διαχείριση νερού
Γραπτές μαρτυρίες
Υλικά κατάλοιπα
ΌνομαΚρήνη Morosini
Άλλες ονομασίεςΛιοντάρια
Χρήση δημόσια/ιδιωτικήΔημόσια
Εποχή κατασκευής/πρώτης αναφοράςΒενετική
Αιώνας17ος
Έτος1628
ΝομόςΗρακλείου
ΕπαρχίαΤεμένους
ΟικισμόςΗράκλειο
Θέση (αρχική)κέντρο, πλατεία Ελ.Βενιζέλου
Θέση (σημερινή)(δεν έχει οριστεί)
Περιγραφή

Η κρήνη Morosini ή Λιοντάρια βρίσκεται στο κέντρο του Ηρακλείου και αποτελεί μεχρι σήμερα τοπόσημο.

Πρόκειται για περίτεχνη λίθινη κρήνη από ντόπιο ασβεστόλιθο και μάρμαρο. Δεν διαθέτει δεξαμενή τροφοδοσίας. Το νερό μεταφέρεται μέσω αγωγών από πηγές του όρους Γιούχτας, που βρίσκονται σε απόσταση 15 χλμ περίπου. Για τη λειτουργία, την ασφάλεια και την συντήρηση του έργου θεσπίστηκαν ειδικές διατάξεις, αμέσως μετά την ολοκλήρωση του. Ενδεικτικά, το νερό της κρήνης έπρεπε να διοχετεύεται στις δεξαμενές ιδιωτών μόνο νύχτα, ώστε να μην εμποδίζει τη ροή των κρηνών της Λότζιας, των ταρσανάδων και άλλων που τρέχουν συνεχώς.

Η κρήνη κατασκευάστηκε με απόφαση του Γενικού Προνοητή Francesco Morosini (1626-1628). Αποτελεί ένα από τα εντυπωσιακότερα έργα της εποχής  λόγω των διαστάσεών της, του αρχιτεκτονικού σχεδίου και διακόσμου. Ίσως ο ίδιος ο Francesco Morosini να ήταν υπεύθυνος για το εικονογραφικό πρόγραμμα της κρήνης. Υπεύθυνος για την επίβλεψη των έργων και ίσως και για τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, ήταν ο  μηχανικός Zorzi Corner. Η γλυπτική εργασία μάλλον ανατέθηκε στους Ρεθύμνιους γλύπτες Μπενέτους.

Πρόκειται για συμμετρική κατασκευή, ελεύθερη στο χώρο. Σε κυκλική βαθμιδωτή βάση υπάρχει οκτάλοβη περίκεντρη δεξαμενή με ανάγλυφο διάκοσμο. Στο κέντρο της δεξαμενής, πάνω σε οκταγωνικό βάθρο, κάθονται σε ακτινωτή διάταξη τέσσερα ολόγλυφα λιοντάρια. Στις πλάτες τους υποβαστάζουν ρηχή λεκάνη με τέσσερις υδρορρόες.

Αρχικά στο κέντρο της κατασκευής υψωνόταν το υπερφυσικού μεγέθους άγαλμα Ποσειδώνα, το οποίο όμως απομακρύνθηκε λίγα χρόνια μετά την κατασκευή του. Συγκεκριμένα, στην έκθεση του Γενικού Προνοητή Isepo Civran, που συντάχτηκε το 1639, γίνεται αναφορά στη δοξολογία που τελέστηκε 10 χρόνια μετά την κατασκευή της κρήνης, μετά από απαίτηση ευγενών και υπηκόων. Σύμφωνα με την έκθεση το άγαλμα είχε  ήδη απομακρυνθεί και καταστραφεί κατ΄εντολή των αξιωματούχων (Inquistitori). Η κρήνη με το άγαλμα του θεού Ποσειδώνα απεικονίζεται στο αναμνηστικό μεταλλιο που κόπηκε για την κατασκευή του έργου. Απεικονίζεται ακόμα στο χάρτη του Χάνδακα, του Μανέα Κλόντζα. Εξαίτιας του αγάλματος, η κρήνη πήρε το προσωνύμιο της Τζιγάντε (γίγαντας). Για αυτό και ο Ρεθύμνιος ποιητής Μαρίνος Τζάνε Μπουνιαλής, στο έργο του  Ο Κρητικός Πόλεμος, έγραψε για την κρήνη «Τσοι Φραμπενέτους σου΄δωκα κι εκείνοι σε τιμήσαν/κι έκαμε το Τζιγάντε σου κι έμορφα σε στολίσαν».

Η αρχική μορφή της κρήνης δεν είναι δυνατόν να αποκατασταθεί με ασφάλεια καθώς το άγαλμα του Ποσειδώνα όχι μόνο έχει χαθεί αλλά ούτε υπάρχουν μαρτυρίες για τη μορφή και το υλικό κατασκευής του. Εξάλλου, λόγω των μεταγενέστερων επεμβάσεων, δεν είναι εύκολο να διευκρινιστεί ο τρόπος στήριξής του.

Μετά την οθωμανική κατάκτηση, στην δεξαμενή προστέθηκαν σιδερένια κιγκλιδώματα, που διακοσμήθηκαν από τον Nakkaş Bihzad στο χρώμα του ρουμπινιού (Digital Crete: Στα χρόνια των Οθωμανών).  Στους λοβούς της δεξαμενής ανοίχτηκαν οπές και τοποθετήθηκαν κρουνοί. Σύμφωνα με καταχώριση του έτους 1720 στο κατάστιχο του καδή του Χάνδακα, ο οντάμπασι Χατζί Αχμέτ τοποθέτησε στην κρήνη μια επιπλέον βρύση. Το 1847, με απόφαση του συμβουλίου του με απόφαση του συμβουλίου του διοικητή Giridli Naili Mustafa Paşa τοποθετήθηκαν στην κρήνη μαρμάρινοι πεσσοί, οι οποίοι υποστήριζαν πλατιά, μαρμάρινη ταινία, στολισμένη με οθωμανική επιγραφή με χρυσά γράμματα, προκειμένου η κρήνη να μετατραπεί σε περίπτερο (sebil). Οι Οθωμανοί, επιπλέον, θέλοντας να τιμήσουν τον σουλτάνο Abdülmecid (1839-1861) που θα επισκεπτόταν τον Χάνδακα το 1850, μετονόμασαν την κρήνη σε Κρήνη Abdülmecid (Digital Crete: Στα χρόνια των Οθωμανών)

Κατά την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας, με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου στις 29 Μαΐου 1900, το περίφραγμα, τα μάρμαρα και τα κιγκλιδώματα αφαιρέθηκαν. Το 1924, η κρήνη βρισκόταν σε κατάσταση εγκατάλειψης, είχε γίνει «δοχεῖον πάσης ἀκαθαρσίας» και κινδύνευε με καταστροφή «ἀφού παρετηρήθη εσχάτως ἡ ἀπόσπασις καί ἐξαφάνισις μαρμαρίνου τεμαχίου ἐκ του πλαισίου της δεξαμενής», όπως επισήμανε με έγγραφό του προς το Δήμο Ηρακλείου ο έφορος αρχαιοτήτων Στέφανος Ξανθουδίδης (Σπανάκης 1981, σ. 97).

Η κρήνη κηρύχθηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο το 1938.

Εκτενή αναφορά στην κρήνη κάνει ο Τζουάνες Παπαδόπουλος. Στις  Αναμνήσεις από την Κρήτη του 17ου αιώνα  σημειώνει: στην παλιά πόλη υπήρχε μια πανέμορφη κρήνη, που είχε πάνω σε βάθρο το άγαλμα ενός γίγαντα. Ο γίγαντας είχε στο χέρι του μια αλαβάρδα και πατούσε πάνω σε ένα μαρμάρινο δελφίνι, από του οποίου το στόμα ανάβλυζε με τρομερό βουητό μεγάλη ποσότητα νερού, και έτρεχε σε μια στρογγυλή μαρμάρινη λεκάνη. Στην λεκάνη υπήρχαν 12 μπρούτζινα στόμια περιμετρικά, από τα οποία το νερό κατέληγε σε μια μεγάλη δεξαμενή , ύψους ενός βήματος από το έδαφος. Γύρω από το εσωτερικό της δεξαμενής ήταν 12 στηρίγματα στα σημεία όπου έπεφτε το νερό από τα στόμια, για να τοποθετήσει σε αυτά όποιος ήθελε να πάρει νερό κουβάδες, στάμνες, κλπ. Επίσης, για όποιον ήθελε να πιει νερό, σε κάθε στήριγμα υπήρχε σιδερένια αλυσίδα με ένα γαντζωμένο κύπελλο. Παρόλο που  όταν υδροδοτήθηκε η κρήνη, ο συγγραφέας ήταν σε νεαρή ηλικία θυμάται τις επευφημίες έλαβαν χώρα για τον Γενικό Προβλεπτή, Φραγκίσκο Μορεζίνι υδριτή της κρήνης. Η πόλη, πριν την ύπαρξη κρήνης, δυσκολευόταν λόγω έλλειψης νερού, κυρίως το καλοκαίρι. Το μόνο νερό που έβρισκαν οι κάτοικοι ήταν από τις ελάχιστες δεξαμενές. Υπήρχαν όμως τρεις κρήνες, οι οποίες είχαν κακής ποιότητας νερό. Όπως σημειώνει ο Παπαδόπουλος, από το 1647 και κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Χάνδακα από τους Οθωμανούς, οι πολιορκητές διέκοψαν την παροχή του νερού από το Καρυδάκι  και οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να πίνουν κακής ποιότητας νερό, από πηγάδια ή από οπουδήποτε αλλού. 

Η κρήνη φυσικά εντυπωσίαζε τους περιηγητές που επισκέπτονταν τον Χάνδακα. Η ανάμνηση του αγάλματος του Ποσειδώνα ήταν τόσο έντονη, ώστε οι περισσότεροι περιηγητές το ανέφεραν. Ειδικά ο Εβλιά Τσελεμπί, ο οποίος την ονομάζει "κρήνη του βασιλιά" (Kral çeşmesi), σημείωσε πως ένας στρατιώτης ακρωτηρίασε τα γεννητικά όργανα του μαρμάρινου αγάλματος του Ποσειδώνα, θεωρώντας προφανώς ότι προσέβαλλαν τη μουσουλμανική θρησκεία  (Digital Crete: Στα χρόνια των Οθωμανών). Το έτος 1739 ο Άγγλος περιηγητής Richard Pococke αναφέρει πως το γιγάντιο άγαλμα είχε καταστραφεί από τους Οθωμανούς. Μικρή αναφορά στην κρήνη που φέρει το όνομα του Φραγκίσκου Μοροζίνι έκανε και ο Thomas Spratt (1857).

Βλ.και digital crete: Βενετική εποχή-Γλυπτική

Βλ.και digital crete: Στα χρόνια των Οθωμανών.

 

Δείτε την εγγραφή στον "Αρχαιολογικό Άτλαντα"http://digitalcrete.ims.forth.gr/sites_display.php?id=7140
Βιβλιογραφία

Πετρούλα Βαρθαλίτου, «Περίτεχνες κρήνες με γλυπτό διάκοσμο», (υπό έκδοση).

Βασίλης Δημητριάδης, "Μνημεία του Ηρακλείου κατά τον Evliya Celebi", Αριάδνη 6 (1993), σελ. 213-219.

Μανόλης Δουλγεράκης, Επιστροφή στο μεγάλο κάστρο: Το Ηράκλειο και ο Νομός του τα χρόνια 1890-1920, Ηράκλειο, χ.ε., 1998, σελ.73.

Ελένη Καραντζίκου, Πηνελόπη Φωτεινού, Ιεροδικείο Ηρακλείου: Τρίτος Κώδικας (1669/73 - 1750/67), επιμ. Ελισάβετ Α. Ζαχαριάδου, Ηράκλειο, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου, 2003, σελ. 467.

Στέφανος Ξανθουδίδης, Χάνδαξ - Ηράκλειον: Ιστορικά σημειώματα, Ηράκλειο 1927, σελ.63-66 και 112.

Στέργιος Σπανάκης, Η ύδρευση του Ηρακλείου: 828-1939, Ηράκλειο, Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος - Παράρτημα Ανατολικής Κρήτης1981, σελ.57-86 και 95-97.

Νικόλαος Σ. Σταυρινίδης, "Οι φιλανθρωπικές κρήνες του Μεγάλου Κάστρου (τα Σεμπίλια) ", Εφημερίδα "Πατρίς", -, χ.ε., 2-18/11/1969.

Νικόλαος Σ. Σταυρινίδης, Μεταφράσεις τουρκικών ιστορικών εγγράφων αφορώντων εις την ιστορίαν της Κρήτης, Δ': Έγγραφα της περιόδου ετών 1715-1752 (Εγίρας 1127-1165), Ηράκλειο, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου, 1984, σελ. 57, υποσ. 1.

Νικόλαος Σ. Σταυρινίδης, Μεταφράσεις τουρκικών ιστορικών εγγράφων αφορώντων εις την ιστορίαν της Κρήτης, E': Έγγραφα της περιόδου ετών 1752-1765 (Εγίρας 1165-1179), Ηράκλειο, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου, 1985, σελ. 182.

Κάντω Φατουρου-Ησυχακη,  "Η Κρητική Αναγέννηση και τα ιταλικά πρότυπα της Αρχιτεκτονικής της", Αριάδνη 1 (1983) σελ 103-138 και 124-125.

Κάντω Φατούρου-Ησυχάκη, "Ιταλική και Κρητική Αναγεννησιακή τέχνη: Σημεία συγκρίσεως", Πεπραγμένα του ΣΤ΄ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου, τ.Β΄, Χανιά 1991, σελ. 653-670.

Κάντω Φατούρου-Ησυχάκη, "Εφαρμογή της εικονολογίας στην κρητική αναγεννησιακή τέχνη", Πεπραγμένα του Ζ΄Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου, τ. Β2, Ρέθυμνο 1995, σελ. 703-710.

Ιωσήφ Χατζιδάκης, Περιήγησις εις Κρήτην, τύποις Νικολάου Βαρβαρέσου, Ερμούπολη 1881, σελ.8.

Evliya Çelebi, Evliya Çelebi seyahatnamesi Topkapı Sarayı Kütüphanesi Bağdat 308 Numaralı Yazmanın Transkripsiyonu - Dizini, επιμ. Seyit Ali Kahraman, Yücel Dağlı, Robert Dankoff, 10 τ., Κωνσταντινούπολη, Yapı Kredi Yayınları, 2003, τ. 8, σελ.228.

Spiridione Alessandro Curuni,- Lucilla Donati, Creta Veneziana, Βενετία, Istituto Veneto di Scienze, Lettere ed Arti 1988, σελ.221-222, αρ.φωτ.149-154.

Giuseppe Gerola, Monumenti Veneti nell' Isola di Creta, IV, Βενετία, Istituto Veneto di Scienze, Lettere ed Arti, 1932/1940, σελ. 14-24 και 46-53, εικ. 20-26.

Richard Pococke, A description of the East and some other countries, Λονδίνο 1745, μτφ Λίζα Εκκεκάκη, επιμ. Γ.Π. Εκκεκάκης, Ρέθυμνο 2002.

T. A. B. Spratt, Ταξίδια και έρευνες στην Κρήτη του 1850, τόμος Α΄, μτφρ. Μαρία Ψιλάκη, σχολ. Νίκος Ψιλάκης, Καρμάνωρ, Ηράκλειο 2007, σελ.123.

Peter Warren, “16th, 17th and 18th century British Travellers in Crete, Κρητικά Χρονικά 24 (1972), σελ.65-92.

Maria Kazanakē-Lappa, "Thomas Benetos "scultore et intagliatore" in Candia (notizie 1612 - 1645) e la fontana Morosini" A cura di Chryssa Maltezou, Angeliki Tzavara, Despina Vlassi I greci durante la venetocrazia / Istituto Ellenico di Studi Bizantini e Postbizantini di Venezia 2009 749-756, 844-848.